Οι φετινές κινητοποιήσεις των αγροτών είναι πραγματικά κρίσιμες για το μέλλον του τόπου, καθώς τα πρόσφατα και τα σχεδιαζόμενα μέτρα της Κυβέρνησης είναι σε λάθος κατεύθυνση και εάν εφαρμοσθούν θα βυθίσουν στην ύφεση τον τομέα της Ελληνικής οικονομίας που άντεξε περισσότερο στην κρίση και έχει ελπίδα άμεσης ανάκαμψης.
Με μέσο μέγεθος εκμετάλλευσης τα 48 στρέμματα (από τα χαμηλότερα στην ΕΕ) και μέσο μέγεθος αγροτεμαχίου τα 7 στρέμματα (από τα χαμηλότερα στην ΕΕ), ο μικρός και πολυτεμαχισμένος γεωργικός κλήρος στην Ελλάδα αυξάνει το κόστος παραγωγής και μειώνει την ανταγωνιστικότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων επειδή το κόστος καυσίμων και λιπαντικών και το κόστος της επισκευής των μηχανημάτων και μεταφορικών μέσων ως ποσοστό της τελικής γεωργικής παραγωγής είναι διπλάσιο στην Ελλάδα από ότι στην ΕΕ (μέσος όρος εικοσαετίας). Οποιαδήποτε κυβέρνηση θα ήθελε να καταστήσει ανταγωνιστικά τα Ελληνικά αγροτικά προϊόντα θα έπρεπε να καταργήσει τους φόρους στο αγροτικό πετρέλαιο και όχι να τους αυξήσει. Στην πραγματικότητα το αφορολόγητο αγροτικό πετρέλαιο θα οδηγήσει σε αύξηση της αγροτικής παραγωγής, σε πτώση των τιμών πώλησης, σε αύξηση των εξαγωγών, σε αύξηση της μεταποίησης στις βιομηχανίες τροφίμων και ποτών, σε αύξηση του εμπορίου, σε νέες θέσεις εργασίας και σε πολύ περισσότερα δημόσια έσοδα που θα προέλθουν από τις παραπάνω δραστηριότητες, από αυτά που θα φέρει ο «στραγγαλισμός» της αγροτικής παραγωγής με αυξημένους φόρους στο αγροτικό πετρέλαιο (του οποίου η κατανάλωση και άρα οι συνολικοί φόροι θα μειωθούν).
Ακόμη όμως και να μην είναι κάποιος ειδικός στην επιστήμη της Αγροτικής Οικονομίας, είναι σε όλους γνωστή η σύνδεση των οικονομικών υφέσεων με τις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970, ενώ και η πρόσφατη παγκόσμια κρίση του 2008 συνδυάστηκε με την πρωτοφανή άνοδο των διεθνών τιμών του πετρελαίου που είχε σκαρφαλώσει σχεδόν στα 150 δολάρια το βαρέλι. Συνεπώς, η τεχνητή άνοδος της τιμής του αγροτικού πετρελαίου μέσω της αυξημένης φορολόγησης μόνο δεινά μπορεί να επιφέρει στην αγροτική παραγωγή, αλλά και στο σύνολο της Ελληνικής οικονομίας, αφού σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ ο πολλαπλασιαστής του ΑΕΠ της χώρας για τον αγροτικό τομέα είναι πέντε (5).
Με το ίδιο σκεπτικό, όταν αυξάνεις την τιμή του αγροτικού ρεύματος και υπόσχεσαι νυχτερινό ρεύμα αυξάνεις το κόστος παραγωγής, με δεδομένο ότι οι γεωτρήσεις θα δουλεύουν νυχθημερόν το καλοκαίρι (κακώς βέβαια όσον αφορά στη σπατάλη νερού λόγω εξάτμισης, αλλά εξ ανάγκης οφειλόμενης στα λάθη, την απραξία και τον κακό σχεδιασμό της πολιτείας κατά τα προηγούμενα χρόνια).
Αλλά και η σχεδιαζόμενη φορολόγηση των αγροτεμαχίων θα αυξήσει έτι περαιτέρω το ήδη υψηλό κόστος παραγωγής που είναι και το συγκριτικό μας μειονέκτημα. Ακόμη και οι φοιτητές των Γεωπονικών Σχολών γνωρίζουν ότι το έδαφος είναι συντελεστής παραγωγής για τους αγρότες και συνεπώς η φορολόγησή του εδάφους σημαίνει αύξηση του κόστους παραγωγής και μείωση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών μας προϊόντων.
Ακόμη και η πολυδιαφημιζόμενη φορολόγηση των αγροτών με βιβλία και στοιχεία θα αποδειχθεί μια ουτοπία. Όταν όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες τηρούν όλα αυτά χρόνια βιβλία και στοιχεία, αλλά αναποτελεσματικά ως προς τη φοροδιαφυγή, σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα, γιατί η τήρηση των ίδιων βιβλίων και στοιχείων από το σύνολο των αγροτών θα είναι αποτελεσματική; Εξάλλου πολλοί αγρότες τηρούν εδώ και χρόνια βιβλία και στοιχεία. Στο αγροτικό εισόδημα, όμως, σε αντίθεση με τους ελεύθερους επαγγελματίες, η φορολογητέα ύλη είναι καταγεγραμμένη, ελεγχόμενη και επιδοτούμενη (ΟΣΔΕ, RICA και λοιπά στοιχεία) και συνεπώς η πιο αποτελεσματική, επιστημονική και δίκαιη μέθοδος φορολόγησης είναι αυτή που πρόσφατα πρότεινε ο Πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ κ. Σ. Μάμαλης και τα Τμήματα Αγροτικής Οικονομίας των Ελληνικών ΑΕΙ. Εάν δε διορθωθεί η λανθασμένη κυβερνητική απόφαση, αυτοί που θα πληγούν ιδιαίτερα θα είναι οι μικρομεσαίοι αγρότες που θα απολέσουν αδίκως το αφορολόγητο όριό τους και θα χρεωθούν επιπλέον και το κόστος των λογιστικών υπηρεσιών.
Κι όλα αυτά τα μέτρα παίρνονται σε μια Ελλάδα που έχει παραλόγως πολλαπλάσιο κόστος φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων, ζωοτροφών και άλλων εισροών σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η σχέση της τιμής του παραγωγού προς την τιμή του καταναλωτή στη χώρα μας βρίσκεται στο 1 προς 5 (ένα προϊόν που πουλάει ο παραγωγός 20 λεπτά φτάνει στον καταναλωτή στο 1 ευρώ) όταν στην ΕΕ η ίδια σχέση είναι 1 προς 2,5.
Οι Έλληνες αγρότες, λοιπόν, έχουν κάθε δίκιο να διαμαρτύρονται και να αγωνίζονται. Μόνο που θα πρέπει και η πολιτική ηγεσία να αντιληφθεί έγκαιρα ότι στην ουσία οι αγρότες αγωνίζονται για τη σωτηρία της χώρας από τον επερχόμενο βέβαιο και αργό «υφεσιακό θάνατο» και δε θα πρέπει να βλέπουν τις αγροτικές κινητοποιήσεις ως «μικρόβιο» που μεταφέρεται και σε άλλες χώρες, όπως δήλωσε δημόσια χθες ο αρμόδιος Υπουργός της Κυβέρνησης.
ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου